Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

ΕΝΟΡΙΑΚΟ ΕΡΓΟ







Θ Ε Μ Α: “ΑΝΩΤΕΡΟΣ & ΚΑΤΩΤΕΡΟΣ ΚΛΗΡΟΣ”.
(Νεωκόρος-Αναγνώστης-Ψάλτης-Διάκονος-Πρεσβύτερος-Επίσκοπος-Επίτροποι-Λαϊκοί)


Σε κάθε ορθόδοξο ναό, υπάρχουν ορισμένα πρόσωπα, τα οποία έχουν ένα ειδικό ρόλο. Αυτά τα πρόσωπα είναι κληρικοί και λαϊκοί και αποτελούν το “προσωπικό” του ναού. Ως αποστολή τους έχουν την φροντίδα του ιερού χώρου, την ευθύνη για την τάξη στην λατρεία και φυσικά την τέλεση των ιερών ακολουθιών. Τους χωρίζουμε σε δύο κατηγορίες: στον κατώτερο κλήρο, (νεωκόροι, αναγνώστες, ψάλτες) και στον ανώτερο κλήρο, (διάκονοι, ιερείς, επίσκοποι).
Υπεύθυνος για να φροντίζει το ναό, είναι ο “νεωκόρος”, λέξη από την αρχαία ελληνική γλώσσα. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας, αν και ήταν ειδωλολάτρες, πίστευαν στην θρησκεία τους, και απόδειξη της θρησκευτικότητάς τους ήταν οι ναοί που χτίζανε. Οι ναοί δε των πόλεων δεν ήταν μικρά κτίρια, αλλά τα πιο μεγάλα και τα πιο αρχιτεκτονικά κτίρια. Σ’ αυτούς τους ναούς, εκτός από τους ιερείς που πρόσφεραν τις θυσίες, υπήρχαν και οι νεωκόροι. Και νεωκόροι διορίζονταν όχι τυχαία πρόσωπα, αλλά πρόσωπα που διακρίνονταν μέσα στην κοινωνία. Νεωκόρος, υπηρέτης των θεών, αξίωμα τιμητικό. Ντυνόταν με μια ιδιαίτερη επίσημη στολή και ήταν κατά κάποιο τρόπο σαν εκείνους που βρισκόντουσαν δίπλα στη βασιλική οικογένεια. Στην ιστορία, ακόμη και πόλεις ολόκληρες ζητούσαν να ονομάζονται νεωκόροι μιας από τις πολλές θεότητες. Έτσι βλέπουμε στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων, πως η πόλη της Εφέσου της Μ. Ασίας ονομαζόταν νεωκόρος της θεάς Αρτέμιδος. (Πραξ.ιθ΄35)
Στα υπερώα, στις κατ’ οίκον εκκλησίες και στις κατακόμβες, δεν υπήρχαν νεωκόροι επίσημοι. Υπήρχαν ωστόσο, ευλαβή άτομα και κυρίως γυναίκες, οι οποίες με αληθινή αφοσίωση και ανιδιοτέλεια, υπηρετούσαν στους ιερούς χώρους συνάξεων των πρώτων χριστιανών, φροντίζοντας για την καθαριότητα και την εν γένει ευταξία. Όταν όμως μετά τους διωγμούς, ανηγέρθησαν μεγαλοπρεπείς ναοί, εμφανίστηκαν οι ειδικοί υπηρέτες των ναών, τα καθήκοντα των οποίων συμπίπτουν με αυτά των σημερινών νεωκόρων.
Μια άλλη διακονία μέσα στο ναό, και συγκεκριμένα στα ιερό αναλόγιο, είναι και η διακονία του “αναγνώστου”. Πρώτος αναγνώστης ήταν ο Έσδρας. Ο Έσδρας ήταν ένας Ιουδαίος που πίστευε πραγματικά στο αληθινό Θεό. Έζησε σε μια εποχή, που οι συμπατριώτες του είχαν ξεχάσει τον Θεό, είχαν εγκαταλείψει το μωσαϊκό νόμο, είχαν κάνει φοβερά αμαρτήματα και γι’ αυτό τιμωρήθηκαν με αιχμαλωσία σε ξένα ειδωλολατρικά στρατεύματα. Κατέστρεψαν την πόλη της Ιερουσαλήμ και πήραν χιλιάδες αιχμαλώτους. Ύστερα από χρόνια ένας βασιλιάς τους λυπήθηκε και επέτρεψε σ’ ένα μέρος του λαού να γυρίσουν στα Ιεροσόλυμα και να ξαναχτίσουν το ναό του Σολομώντος που είχε καταστραφεί. Ήρθαν στα Ιεροσόλυμα και άρχισαν να χτίζουν το ναό με μεγάλη χαρά. Ο Εσδρας που ήταν επικεφαλής του λαού, κάλεσε το λαό σε συγκέντρωση σε μια μεγάλη πλατεία που ήταν μπροστά στο ναό. Ανέβηκε πάνω σ’ ένα ξύλινο βήμα και από κει άρχισε δυνατά να διαβάζει το νόμο του Θεού, όπως παραδόθηκε από τον Μωϋσή. Η ανάγνωση του νόμου άρχισε από τα χαράματα και βάσταξε μέχρι το μεσημέρι. Όλοι με μεγάλη προσοχή και συγκίνηση άκουγαν το νόμο και την ερμηνεία του, που έκανε ο Εσδρας.
Σε μια αρχαία ευχή στην χειροθεσία του αναγνώστου λέγονται τα εξής: “Κύριε, συ που είσαι αιώνιος και κυβερνάς τον κόσμο, ρίξε ένα βλέμμα και σ’ αυτόν εδώ τον δούλο σου που παίρνει στα χέρια του σήμερα την Αγία Γραφή για να τη διαβάζει στο ναό και ν’ ακούει ο λαός. Σε παρακαλούμε δώσε σ’ αυτόν Πνεύμα Άγιο προφητικό. Συ, ω Θεέ, που ανέδειξες σοφό τον Έσδρα το δούλο σου και τον έκανες ικανό για να διαβάζει το νόμο σου, παρακαλούμε δώσε σοφία και στο δούλο σου αυτόν εδώ. Βοήθησέ τον ώστε μέχρι το τέλος της ζωής του να εκτελεί το έργο αυτό και αξίωσέ τον να προαχθεί σε μεγαλύτερο ιερατικό βαθμό. Ναι, αυτά ω Θεέ, ζητούμε δια μέσου του Χριστού, που έγινε άνθρωπος για τη δική μας σωτηρία, και σ’ αυτόν μαζί μ’ εσένα τον ουράνιο Πατέρα, ανήκει η δόξα και η λατρεία”.
Αυτή ήταν η αρχαία ευχή που λεγόταν στην χειροθεσία του αναγνώστου . Παρόμοια ευχή λέγεται και σήμερα από τον επίσκοπο, όταν χειροθετεί αναγνώστες.
Aπό τα λόγια αυτά της ευχής, καταλαβαίνουμε τι σημασία έδινε η Εκκλησία στην εκκλησιαστική αυτή διακονία του αναγνώστου. Είναι μεγάλη πράγματι τιμή να παίρνει ο άνθρωπος στα χέρια του τα ιερά βιβλία , όπως είναι ο Απόστολος, και να διαβάζει στο λαό όταν είναι συγκεντρωμένος μέσα στην εκκλησία. Η φωνή του πρέπει να είναι καθαρή, οι λέξεις να ακούγονται ακέραιες, και όλο το ύφος του αναγνώστου να δείχνει άνθρωπο που πιστεύει σ’ αυτά που διαβάζει, βοηθώντας τους πιστούς να κατανοούν τα αναγνώσματα των ιερών ακολουθιών.
Στους ναού μας, σημαντικό ρόλο παίζουν και οι ψάλτες. Οι ψάλτες είναι τα υπεύθυνα πρόσωπα που αποδίδουν με τον συγκεκριμένο εκκλησιαστικό τρόπο, τους ύμνους των ακολουθιών, η δε θέση τους είναι στα δύο αναλόγια, που βρίσκονται απέναντι από το τέμπλο, στον κυρίως ναό. Στην αρχαία εποχή, την εποχή των διωγμών, οι χριστιανοί μαζεύονταν σε σπίτια, σε σπηλιές και κατακόμβες, κι’ εκεί με σιγανή φωνή, γεμάτη κατάνυξη, όλοι μαζί. άνδρες και γυναίκες και παιδιά, έψελναν τους θείους ύμνους. Μία αγία, μία αγγελική ατμόσφαιρα εδημιουργείτο. Πιστοί και ταπεινοί άνθρωποι, έσμιγαν τις φωνές τους με τις φωνές των αγγέλων. Έψελναν όπως θέλει ο Θεός. Έψελναν όπως λέει ο απόστολος Παύλος: “λαλούντες εαυτοίς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς, άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία αυτών τω Κυρίω”. (Εφεσ. ε΄19)
Όλοι κατά την αρχαία εποχή της Εκκλησία έπαιρναν μέρος στην ψαλμωδία. Όλο το εκκλησίασμα, ψυχικά ενωμένα και αδελφωμένο, γινόταν ένα στόμα και υμνούσε το Θεό. Αργότερα, όταν το θρησκευτικό συναίσθημα ψυχράθηκε και συνέβαιναν αταξίες με το να ψέλνουν όλοι μαζί, η Εκκλησία περιόρισε το ψάλσιμο σε λίγα πρόσωπα, που λέγονται ψάλτες και σχηματίζουν χορωδίες, που κατά κάποιο τρόπο υπενθυμίζουν την αρχαία εποχή.
Οι ψάλτες εκτελούν ιερά διακονία και πρέπει να είναι υποδείγματα χριστιανικής ζωής άνθρωποι που δεν πιστεύουν στο Θεό δεν επιτρέπεται να ανεβαίνουν στο αναλόγιο και να ψάλλουν.
Μέχρι τώρα μιλήσαμε για άτομα που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους μέσα στον ορθόδοξο ναό, άλλοι σαν νεωκόροι, άλλοι σαν αναγνώστες και άλλοι σαν ψάλτες. Αυτοί αποτελούν το υπηρετικό προσωπικό του ναού, και όπως είπαμε ονομάζονται κατώτερος κλήρος. Ύστερα από τον κατώτερο κλήρο έρχεται ο ανώτερος κλήρος, που αποτελείται από τους τρεις βαθμούς ιερωσύνης, τον διάκονο, τον πρεσβύτερο, και τον επίσκοπο.
Αλλά μόλις πούμε τη λέξη ιερείς, ακούγονται αντιρρήσεις, Άλλες αντιρρήσεις προέρχονται από τους υλιστές και άλλες από τους αιρετικούς. Οι πρώτοι ισχυρίζονται ότι η ορθοδοξία είναι εφεύρεση των ιερέων και αν εξαφανιστούν αυτοί οι ιερείς, θα εξαφανιστεί και η ορθόδοξη πίστη. Πόσο σφάλλουν! Είναι σαν να παρουσιαστεί κάποιος και να λέει, πως οι αρτοποιοί επινόησαν το ψωμί για να εκμεταλλεύονται το λαό, και αν καταργήσουμε τους αρτοποιούς, θα καταργηθεί το ψωμί και η πείνα. Αλλά όπως φυσική ανάγκη του ανθρώπου είναι η πείνα, έτσι πνευματική ανάγκη είναι και η πίστη, η θρησκεία. Ο άνθρωπος πεινά για Θεό. Δεν είναι λοιπόν η ορθόδοξη πίστη εφεύρεση των ιερέων. Οι κληρικοί ανταποκρίνονται σε μια πνευματική ανάγκη, την βαθύτερη πνευματική ανάγκη του ανθρώπου, την ανάγκη να συνδεθεί ο άνθρωπος με τον Θεό. Εφ’ όσον υπάρχει άνθρωπος που σκέπτεται και αισθάνεται, δεν θα πάψει να υπάρχει και η θρησκεία. Ό,τι είναι έμφυτο, είναι και ανεκρίζωτο.
Ας δώσουμε όμως και μία απάντηση στις απόψεις των αιρετικών. Αν ανοίξουμε την Παλαιά Διαθήκη, βλέπουμε πως ο ίδιος ο Θεός απ’ τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ ξεχώρισε τη φυλή του Λευί για να προσφέρει θυσίες. Και πρώτος αρχιερεύς ορίστηκε ο Ααρών. Υπάρχει και ολόκληρο βιβλίο, το Λευιτικό, που περιγράφει με λεπτομέρειες τα καθήκοντα του ιερατείου. Ο ίδιος ο Θεός λοιπόν στην Παλαιά Διαθήκη όρισε ιερατείο. Και στην Καινή Διαθήκη, σαν ήρθε ο Χριστός και πάνω στο φρικτό Γολγοθά προσέφερε την ύψιστη θυσία και λύτρωσε το ανθρώπινο γένος από την αμαρτία και χρημάτισε ο Αρχιερεύς σε απόλυτη έννοια, αυτός ο ίδιος ο Χριστός, όταν ακόμη βρισκόταν στη γη, ξεχώρισε από το πλήθος των πιστών δώδεκα ανθρώπους, τους κατάρτισε για το αποστολικό τους έργο και τέλος τους εφοδίασε με εξουσία. Ποια είναι αυτή η εξουσία; Το να συγχωρούν αμαρτίες. Ας ακούσουμε τι είπε ο Χριστός: “Λάβετε Πνεύμα Άγιο αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινων κρατήτε κεκράτηνται”. (Ιωάν. κ΄ 23) Και ρωτάμε τώρα τους αιρετικούς, προτεστάντες και χιλιαστές, που δεν παραδέχονται ιερατείο: Αυτή η εξουσία που έδωσε ο Χριστός στους Αποστόλους, παρέμεινε μόνο στους Αποστόλους; Και μόνο όσοι ζούσαν στην εποχή των Αποστόλων και πίστευαν στο Χριστό, και μετανοούσαν για τις αμαρτίες τους, μόνο αυτοί θα έπαιρναν συγχώρηση, και όλοι που έζησαν κατόπιν, μέχρι σήμερα, και θα ζήσουν μέχρι τη Δευτέρα παρουσία, όλοι αυτοί θα μείνουν ασυγχώρητοι; Δεν υπάρχουν διάδοχοι των Αποστόλων για να λύσουν τις αμαρτίες τους; Όχι, απαντά ένα βιβλίο της Καινής Διαθήκης, που μιλάει για την ιερωσύνη. Είναι η προς Εβραίους Επιστολή. Εκεί ακούμε τον Απόστολο να βροντοφωνάζει τη μεγάλη αυτή αλήθεια: “Έχομεν θυσιαστήριον εξ ου φαγείν ουκ έχουσιν εξουσίαν οι τη σκηνή λατρεύοντες” (Εβρ. ιγ΄10). Όπου θυσιαστήριο, εκεί και ιερωσύνη. Όπου θυσία, εκεί και άφεση αμαρτιών. Αλλά και οι ποιμαντικές επιστολές του Αποστόλου Παύλου μιλάνε για ειδικό χάρισμα που εδίνετο σε ορισμένα πρόσωπα με επίθεση των χειρών των αποστόλων, με χειροτονία δηλαδή.
Υπήρχε λοιπόν ιερωσύνη από την αποστολική εποχή. Υπήρχαν και οι τρεις βαθμοί της ιερωσύνης, διάκονοι, πρεσβύτεροι, επίσκοποι.
Για τους διακόνους, πρέπει να πούμε, ότι όπως βλέπουμε στο 6ο κεφάλαιο των Πράξεων των Αποστόλων, η πρώτη χριστιανική κοινότητα, μετά από πρόταση των Αποστόλων, εξέλεξε τους επτά διακόνους, που επισημότερός τους ήταν ο πρωτομάρτυς Στέφανος. Έργο των επτά διακόνων στην αρχή ήταν να υπηρετούν τους χριστιανούς στις υλικές ανάγκες τους, όπως ήταν οι κοινές τράπεζες, όπου κάθονταν όλοι οι χριστιανοί και έτρωγαν μαζί και δοξολογούσαν το Θεό. Οι διάκονοι υπηρετούσαν στην υλική τράπεζα. Αλλά κατόπιν υπηρετούσαν και στην πνευματική τράπεζα της θείας κοινωνίας.
Οι διάκονοι δεν μπορούν να τελέσουν κανένα μυστήριο. Είναι βοηθοί των ιερέων και επισκόπων στο λειτουργικό τους έργο, αλλά και στο διδακτικό και στο ποιμαντικό. Όπως αναφέρει δε η ιστορία, διάκονοι προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες στην Εκκλησία του Χριστού. Αρκεί να αναφέρουμε το παράδειγμα του Μ. Αθανασίου, που κατατρόπωσε τον Άρειο ως διάκονος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο. Οι διάκονοι είναι αυτιά και μάτια και στόμα του επισκόπου. Το οράριο που φορούν, και το οποίο είναι το διακριτικό τους άμφιο , συμβολίζει τις φτερούγες των αγγέλων και προέρχεται από το λατινικό orare που σημαίνει προσεύχεσθαι.
Ο ιερέας για ένα ορθόδοξο χριστιανό, έχει εξουσία από το Χριστό, να τελεί τα ιερά μυστήρια και να είναι ανώτερος απ’ όλους τους μεγάλους της γης και από τους αγγέλους και αρχαγγέλους του ουρανού. Κανένας δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον ιερέας στην ιερή του αποστολή. Χίλιοι λαϊκοί να μαζευτούν, δεν μπορούν να τελέσουν τη θεία λειτουργία.
Λένε πολλοί. Παραδεχόμαστε την ιερωσύνη, αλλά απορρίπτουμε τους ιερείς γιατί πολλοί απ’ αυτούς είναι ανάξιοι. Ένας ιερέας, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, δεν παύει να είναι το όργανο της θείας χάριτος. Και όπως το νερό, είτε τρέχει μέσα από χρυσό σωλήνα, είτε από σιδερένιο, είτε από πήλινο, δεν παύει να είναι το ίδιο νερό που ξεδιψάει τον άνθρωπο, έτσι είναι και η θεία χάρις. Ενεργεί δια μέσου όλων των ιερέων, ασχέτως του ηθικού ποιού τους. Αν η ενέργεια της θείας χάριτος εξαρτώταν από την ηθική ποιότητα των κληρικών, τότε ποιος θα μας έδινε εγγύηση, πως αυτός ή εκείνος ο ιερέας είναι καθαρός και άγιος και απ’ αυτόν μονάχα πρέπει να δεχόμαστε τα μυστήρια; Και ποιος ιερέα δεν κατηγορεί ο κόσμος: Ο Ιερέας εφ’ όσον έχει κανονική χειροτονία, είναι όργανο της θείας χάριτος, και όταν τελεί τα μυστήρια οι πιστοί αγιάζονται και σώζονται. Αλλιώς, θα έπρεπε όλοι να αμφιβάλλουμε για την σωτηρία μας. Γιατί, πού ξέρουμε αν κι’ αυτός που φαίνεται σαν άγιος δεν είναι υποκριτής: Ας αφήσουμε λοιπόν την κρίση στο Θεό, που γνωρίζει τις καρδιές και τα κρυπτά των ανθρώπων, και ας κοιτάξουμε τον αγιασμό των ψυχών μας.
Αυτά που λέμε για τους ιερείς δεν σημαίνουν πως πρέπει να τους αφήνουμε να κάνουν ό,τι θέλουν Γιατί έτσι πέφτουμε στο άλλο άκρο. Εάν έχουμε αποδεδειγμένα διαπιστώσει πως κάποιος ιερέας προκαλεί σκάνδαλο στους πιστούς με την συμπεριφορά του, οφείλουμε να ενδιαφερθούμε πρόωρα για την διόρθωση του εν λόγω ιερέα, αναφέροντάς του με αγάπη τα γεγονότα που τον αφορούν. Εάν παρά ταύτα, παραμείνει αδιάφορος και συνεχίζει την ίδια ανάρμοστη συμπεριφορά του, θα πρέπει να απευθυνθούμε στη εκκλησιαστική αρχή της περιοχής, ώστε να; ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα προς αποφυγή του διασυρμού της Εκκλησία μας εξ αιτίας του ιερέως αυτού. Εξυπακούεται ότι ποτέ δεν κάνουμε θέμα συζητήσεων με άλλα πρόσωπα τα διάφορα σκάνδαλα των ιερέων, διότι δεν γνωρίζουμε εάν είναι όντως αληθινά τα γεγονότα, αλλά και για να μη συμβάλλουμε με τον αδιάκριτο τρόπο μας στην διάδοσή τους μέσα στη κοινωνία.
Η ιερωσύνη είναι υψίστη αποστολή. Γι’ αυτό και στην προσευχή μας καθημερινά, θα πρέπει να παρακαλούμε το Θεό, να δίνει δύναμη στους ιερείς Του, να Τον διακονούν με αληθινή αυταπάρνηση, ταπείνωση και καθαρότητα βίου, αλλά και το ποίμνιό τους να προάγουν πνευματικά, έτσι ώστε η χάρις του Θεού να φωτίζει αγνούς νέους να προσέρχονται άξια στην ιερωσύνη.
Και τώρα θα αναφερθούμε στο επισκοπικό αξίωμα. Είναι αλήθεια πως στην αποστολική εποχή οι ιερείς ονομάζονταν και επίσκοποι. Γιατί, όπως και η λέξη σημαίνει, οι ιερείς επισκοπούσαν, ήταν δηλαδή και αυτοί σκοποί. Και όπως στο στρατό ο σκοπός στέκεται σ’ ένα φυλάκιο, που συνήθως είναι σε υψηλό μέρος, και από εκεί βλέπει και παρατηρεί μια ολόκληρη περιφέρεια, και είναι υπεύθυνος για κάθε ύποπτη κίνηση στην περιοχή του, έτσι και οι ιερείς μέσα στην Εκκλησία βρίσκονται σε πνευματική κορυφή, σε πνευματική σκοπιά, και από εκεί πρέπει να βλέπουν και να παρατηρούν κάθε τι που συμβαίνει στην εκκλησιαστική περιφέρειά τους. Είναι υπεύθυνοι ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Όταν βλέπουν ότι αιρετικοί, άπιστοι και λύκοι με ένδυμα προβάτου ορμούν για να αρπάξουν τα λογικά πρόβατα της Ποίμνης του Θεού, οι ιερείς πρέπει να καλούν τους πιστούς σε πνευματικό συναγερμό για την απόκρουση των εχθρών της πίστεως. Λέγει το Άγιο Πνεύμα στον προφήτη Ιεζεκιήλ: “Σκοπόν δέδωκά σε των οίκω Ισραήλ”. (Ιεζ.γ΄16) Αυτός ο λόγος του Θεού κατ’ εξοχήν αρμόζει στους ιερείς που είναι πνευματικοί σκοποί.
Σκοπός ο ιερέας. Γι’ αυτό και ονομαζόταν και επίσκοπος. Αλλ’ αν ο ιερέας, που φυλάει μία μικρή εκκλησιαστική περιφέρεια, ονομαζόταν επίσκοπος, πολύ περισσότερο η ονομασία αυτή αρμόζει στον αρχιερέα, που τάχθηκε να φυλάει μια μεγάλη εκκλησιαστική περιφέρεια.
Όλοι οι ιερείς ή πρεσβύτεροι, στην αποστολική εποχή ονομάζονταν επίσκοποι. Αλλ’ αυτό δεν σημαίνει πως υπήρχαν μονάχα ιερείς. Από τους ιερείς ξεχώριζε κάποιος, στον οποίο οι Απόστολοι έδιναν κάποια μεγαλύτερη εξουσία. Σ’ αυτόν κατόπιν, τον προϊστάμενο των ιερέων, περιορίστηκε η ονομασία επίσκοπος.
Ο επίσκοπος λοιπόν, προϊστάμενος των ιερέων, δεν είναι δημιούργημα νεώτερο και αξίωμα περιττό, όπως λένε οι προτεστάντες. Οι απόστολοι, όπως μαρτυρεί η εκκλησιαστική ιστορία, όπου πήγαιναν, εκεί χειροτονούσαν πρεσβυτέρους αλλά και επισκόπους, ιερείς δηλαδή αλλά και αρχιερείς. Επίσκοποι, που πήραν την χειροτονία απ’ ευθείας από αποστολικά χέρια, τα χέρια του Παύλου, είναι ο Τιμόθεος επίσκοπος Εφέσου και ο Τίτος επίσκοπος Κρήτης. Από αποστολικά χέρια επίσης χειροτονήθηκε και ο Άγιος Ιγνάτιος ο θεοφόρος, επίσκοπος Αντιοχείας.
Ο Άγιος Ιγνάτιος, που το μαρτύριό του είναι ένα από τα πιο συγκινητικά μαρτύρια, στις επιστολές του ξεχωρίζει καθαρά τους τρεις βαθμούς της ιερωσύνης. Μιλάει για διακόνους, πρεσβυτέρους και επισκόπους. Ο επίσκοπος, λέει, είναι “εις τόπον Χριστού”, οι πρεσβύτεροι “εις τόπον των αποστόλων” και στους διακόνους έχει εμπιστευθεί τη διακονία. Αλλού λέει: Όλοι να ακούτε και να ακολουθείτε τον επίσκοπο, σαν τον Χριστό, τους ιερείς σαν τους αποστόλους και να σέβεσθε τους διακόνους.
Ποιο είναι το έργο του επισκόπου; Το έργο του επισκόπου είναι όπως το έργο του ιερέως, αλλά πιο ευρύ και πιο πλατύ. Ό,τι τελεί ο ιερεύς, τελεί και ο επίσκοπος. Αλλ’ εκτός απ’ αυτά που τελεί ο ιερεύς, ο επίσκοπος έχει και μερικά άλλα καθήκοντα, που ανήκουν μονάχα στο βαθμό του επισκόπου. Είναι η χειροτονία κληρικών. Μόνος του χειροτονεί όλους τους βαθμούς, εκτός από το βαθμό του επισκόπου, για την χειροτονία του οποίου χρειάζονται τουλάχιστον δύο επίσκοποι. Μεγάλη είναι η ευθύνη του επισκόπου για τις χειροτονίες. Γιατί θα δώσει λόγο στο Θεό για τις αμαρτίες που κάνουμε ανάξιοι κληρικοί που χειροτόνησε. Έργο του επισκόπου είναι επίσης η τέλεση των εγκαινίων ναών, η εποπτεία και η διοίκηση όλων των ναών, η συμφιλίωση των ανθρώπων και μάλιστα των ανδρογύνων, που με διάφορες αιτίες έρχονται σε διάσταση και κινδυνεύουν να διαλυθούν, η τιμωρία των κληρικών που σκανδαλίζουν το λαό του Θεού.
Αλλ’ απ’ όλα τα έργα το σπουδαιότερο, που πρέπει σ’ αυτό να είναι αφοσιωμένος ο επίσκοπος , είναι το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Ο επίσκοπος πρέπει να κηρύττει όχι μονάχα τις Κυριακές και εορτές, αλλά εάν είναι δυνατόν καθημερινά. Να διδάσκει, να κατηχεί, αλλά και να ελέγχει, σύμφωνα με την εντολή του Αποστόλου Παύλου: “Τους αμαρτάνοντας ενώπιον πάντων έλεγχε, ίνα και οι λοιποί φόβον έχωσιν”. (Α΄Τιμ.ε΄20) Ο επίσκοπος με λίγα λόγια, είναι η πηγή και το κέντρο της εκκλησιαστικής εξουσίας μέσα στην περιφέρειά του. Είναι, πρέπει να είναι, ένας πνευματικός ήλιος, που να φωτίζει και να θερμαίνει και να ζωογονεί όλη την περιφέρειά του.
H ορθόδοξη Εκκλησία μας, που θέλει οι κληρικοί της να στέκονται ψηλά και να ασχολούνται πρωτίστως με το πνευματικό έργο και τη διάδοση του ευαγγελίου, όρισε σε κάθε ναό ενοριακό, να υπάρχουν λαϊκά πρόσωπα που να βοηθούν στο εκκλησιαστικό έργο, αναλαμβάνοντας διάφορες δευτερεύουσες υπηρεσίες και εν γένει τον οικονομικό τομέα. Γιατί ο ναός σαν κτίριο έχει διάφορες ανάγκες συντηρήσεως και επισκευής. Εάν δεν υπάρξει το ανάλογο ενδιαφέρον από συγκεκριμένα πρόσωπα είναι βέβαιο ότι θα ερημώσει και θα καταστραφεί. Και οι πιστοί που προσφέρουν στο ναό διάφορα χρηματικά ποσά για τις ανάγκες του ναού, τα λαϊκά μέλη που έχουν την φροντίδα της οικονομικής διαχειρίσεως τα αξιοποιούν με υπεύθυνο τρόπο, δίνοντας απολογισμό κάθε χρόνο στην αρμόδια εκκλησιαστική αρχή. Τα λαϊκά αυτά μέλη που απαρτίζουν το λεγόμενο εκκλησιαστικό συμβούλιο ονομάζονται Επίτροποι.
Οι επίτροποι είναι τέσσερις τον αριθμό για κάθε ναό, με πρόεδρο του εκκλησιαστικού συμβουλίου τον ιερατικό προϊστάμενο του ναού. Η θητεία τους είναι τριετής
Η Εκκλησία μας με τα ζωντανά μέλη της, σύμφωνα με την διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου, είναι ένα σώμα. Κι όπως το σώμα δεν αποτελείται από ένα μέλος, αλλά από πολλά, έτσι και η Εκκλησία αποτελείται από πολλούς χριστιανούς. Και όπως όλα τα μέλη είναι ενωμένα με το σώμα και κανένα απ’ αυτά δεν μπορεί να ζήσει έξω απ’ το σώμα, έτσι και οι χριστιανοί είναι ενωμένοι με την Εκκλησία και δεν μπορούν να ζήσουν έξω από την Εκκλησία. Το σώμα του ανθρώπου έχει κεφάλι και αυτό κυβερνάει όλο το σώμα. Αλλά και η Εκκλησία σαν σώμα έχει κεφαλή, και κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Κύριος Ιησού Χριστός. Αυτός αοράτως κυβερνάει την Εκκλησία δια μέσου των αληθινών ποιμένων και διδασκάλων της.
Σύμφωνα με όλα αυτά που είπαμε, ο λαός που πιστεύει στο Χριστό και ζη το Χριστό με την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας, έχει θέση στην Εκκλησία και δεν επιτρέπεται κανένας να τον αγνοεί, να τον παραγκωνίζει, να τον αδικεί, να τον εκμεταλλεύεται και να του στερεί τα δικαιώματά του και να νομίζει πως είναι κοπάδι από άλογα πρόβατα. Αυτοί οι κληρικοί που συμπεριφέρονται έτσι στο λαό του Θεού, δεν πρέπει να λέγονται ποιμένες. Ο χριστιανικός λαός έχει και δικαιώματα. Θα πρέπει να συμμετέχει στον ανάλογο βαθμό στο ενοριακό ποιμαντικό έργο, ως άμεσοι βοηθοί και συνεργάτες των ποιμένων στο έργο τους και ως συνυπεύθυνοι σε κάθε προσπάθεια. Στην πρώτη Εκκλησία οι λαϊκοί εξέλεγαν τους επισκόπους και τους ιερείς. Σήμερα, που οι συνθήκες έχουν αλλάξει, το δικαίωμα αυτό έχει ατροφήσει, χωρίς όμως να σημαίνει ότι οι λαϊκοί έχουν χάσει την θέση τους μέσα στην εκκλησιαστική κοινότητα. Στην ορθόδοξη Εκκλησία μας, κλήρος και λαός, αδιάσπαστα ενωμένοι αποτελούν το Σώμα του Χριστού. Ιδιαίτερα αυτό φαίνεται σε κάθε θεία λειτουργία, η οποία λειτουργία για να τελεστεί, απαραιτήτως προϋποθέτει την ύπαρξη έστω και ενός λαϊκού. Μόνος του ο ιερέας δεν μπορεί να τελέσει θεία λειτουργία. Όσο ο λαός του Θεού προοδεύει πνευματικά, και οι ποιμένες του τον ποιμαίνουν με αληθινό πνεύμα Χριστού, τόσο και η στρατευομένη Εκκλησία θα σαγηνεύει τον κόσμο και θα τον αγιάζει με τα ιερά μυστήριά Της.
Για επικοινωνία μαζί μας :
Τηλέφωνο : +30-210-9712456
Φαξ : +30-210-9712456
Ταχυδρομική διεύθυνση : πλατεία Αγ. Δημητρίου, 173 43 – Αγ. Δημήτριος
Ηλεκτρονική διεύθυνση :
inad.dad@dad.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: